Τη στιγμή που περνούσα μπροστά από το κατάστημα περπατώντας προς το κέντρο της πόλης, η ιδιοκτήτριά του έβγαινε έξω να καπνίσει – κομψή, προσεγμένα ντυμένη και μόνιμα …συνοφρυωμένη, όπως την ήξερα από παλιά. Με χαιρέτισε με το γνωστό ανεξιχνίαστο μειδίαμα της στο πρόσωπο και κοντοστάθηκα στο πεζοδρόμιο να τα πούμε, δίπλα στη χριστουγεννιάτικη βιτρίνα της μπουτίκ. Γρήγορα διαπίστωσα ότι εξακολουθεί να είναι πάντα… θυμωμένη και να έχει την ίδια κυνική γλώσσα που σπάει κόκαλα με τις απολαυστικές ατάκες και τις αυθαίρετες γενικεύσεις της. Πρώτα διαολόστειλε το κρύο που ήταν ιδιαίτερα έντονο, παρά την ηλιόλουστη μέρα. Απασχολώντας τα χέρια της με το τσιγάρο και με μια μικρή φιάλη νερού απ’ όπου κατέβαζε μικρές γουλιές, άρχισε να μου μιλά για τους …παπαγάλους της, λες και ήταν μια κουβέντα που είχαμε αφήσει μισοτελειωμένη την προηγούμενη μέρα, ενώ είχα να τη δω σχεδόν δύο χρόνια. Περιέγραψε τα παράξενα πουλιά της που κοιμούνται, παρακαλώ, στο υπνοδωμάτιό της, με ενθουσιασμό και με μια τρυφερότητα που με ξάφνιασε και που δεν την έχω ακούσει ποτέ να εκφράζει για κανέναν άνθρωπο!
Αποφάσισα να θέσω προς …συζήτηση ένα θέμα που ξέρω ότι την ενδιαφέρει πολύ κι έτσι τη ρώτησα γελώντας, αν προτιμά τους παπαγάλους από τους… άντρες. Μου είπε με σοβαρό ύφος ότι δεν τίθεται τέτοιο δίλημμα γιατί, όπως το έθεσε, «έτσι κι αλλιώς παπαγάλοι υπάρχουν πολλοί στο παζάρι και είναι διαθέσιμοι, αλλά πού να βρεις τους άντρες; Άντρες ελάχιστοι, αλλά …μαλάκες αμέτρητοι». Πρόσθεσε ότι «δεν τους αντιλαμβάνεται κανείς αμέσως, αφού παίρνει κάποιο … χρόνο η αναγνώρισή τους». Της ζήτησα –σκασμένος στα γέλια εννοείται– να μου εξηγήσει ποιους κατατάσσει σε αυτή τη …δύσκολα αναγνωρίσιμη συνομοταξία και αναφέρθηκε σε «κάποιους …δήθεν, κάτι αναξιόπιστους θεατρίνους που δεν… σκέφτονται με το κεφάλι, που άλλα λένε, άλλα εννοούν και άλλα κάνουν…».
Λέγοντας αυτά, πρόσεξε τον νεαρό οδηγό του πανάκριβου τζιπ που προχωρούσε στον δρόμο με χαμηλή ταχύτητα. «Να βλέπεις τι εννοώ; Όλη μέρα, τέτοιους …τεράστιους αστέρες βλέπω γύρω μου», μουρμούρισε με καγχασμό, σαν να μονολογούσε. «Σιγά ρε! Έχουμε κι εμείς αυτοκινητάρες και, μάλιστα, τις ξοφλήσαμε, όχι σαν εσένα που μάλλον τη χρωστάς ακόμα στην τράπεζα».
Ήρθαν στο μεταξύ κάποιοι πελάτες, οπότε την αποχαιρέτησα και της υποσχέθηκα να συνεχίσουμε άλλη μέρα την ενδιαφέρουσα συζήτηση, αφού με προσκάλεσε να ξαναπεράσω να τα πούμε. Γυρνώντας να μπει στο κατάστημα, πέταξε ανέμελα στο πεζοδρόμιο το αποτσίγαρό της – αναρωτήθηκα ποιον ή… ποιους άραγε να σκεφτόταν εκείνο το δευτερόλεπτο που το πατούσε και το έλιωνε κάτω απ’ το κομψό μποτάκι της…
Ένα τσιγάρο… κουβέντα στο πεζοδρόμιο
Η αφήγηση επικεντρώνεται σε μια τυχαία συνάντηση της αφηγήτριας με μια κομψή, αλλά μόνιμα συνοφρυωμένη γυναίκα έξω από το κατάστημά της. Η γυναίκα, γνωστή για την κυνική της γλώσσα και τις αιχμηρές παρατηρήσεις της, ξεκινά μια συζήτηση για τους «παπαγάλους» της – τα πουλιά που κρατάει στο υπνοδωμάτιό της και για τα οποία εκφράζει μια απροσδόκητη τρυφερότητα. Η συζήτηση εξελίσσεται σε μια σειρά από ειρωνικές και αστείες δηλώσεις για τους άντρες, τους οποίους η γυναίκα χαρακτηρίζει ως «μαλάκες» που είναι δύσκολο να αναγνωριστούν. Η γυναίκα συνεχίζει να σχολιάζει τους ανθρώπους γύρω της, περιγράφοντάς τους ως «τεράστιους αστέρες» και εκφράζοντας την απογοήτευσή της για την επιδειξιομανία και την έλλειψη αυθεντικότητας. Παράλληλα, αστειεύεται για την οικονομική κατάσταση της αφηγήτριας, υπονοώντας ότι η ίδια έχει την οικονομική άνεση να αγοράζει ακριβά αυτοκίνητα χωρίς να χρειάζεται δάνειο. Η συζήτηση χαρακτηρίζεται από μια ατμόσφαιρα ειρωνείας και χιούμορ, με την γυναίκα να απολαμβάνει να προκαλεί και να εκφράζει τις απόψεις της με έναν άμεσο και αμφιλεγόμενο τρόπο. Η συνάντηση διακόπτεται από την άφιξη πελατών στο κατάστημα, και η αφηγήτρια αποχαιρετά τη γυναίκα, υποσχόμενη να συνεχίσουν την ενδιαφέρουσα συζήτησή τους άλλη μέρα. Η αφήγηση καταλήγει με μια σκέψη για την πράξη της γυναίκας να πατήσει το αποτσίγαρό της στο πεζοδρόμιο, αναρωτώμενη ποιον ή ποιους είχε στο μυαλό της εκείνη τη στιγμή. Η σκηνή αποπνέει μια αίσθηση μυστηρίου και υπονοεί ότι η γυναίκα κρύβει περισσότερα από όσα δείχνει. Συνολικά, το κείμενο είναι μια ζωντανή και διασκεδαστική απεικόνιση μιας συζήτησης μεταξύ δύο γυναικών, η οποία αποκαλύπτει τις προσωπικότητές τους και τις απόψεις τους για τη ζωή, τους άντρες και την κοινωνία. Η γλώσσα είναι άμεση, ειρωνική και γεμάτη χιούμορ, ενώ η αφήγηση είναι ρεαλιστική και καθηλωτική.
You Might Also Like
«Το κορίτσι της Ναπάλμ»: Η μαρτυρία φωτορεπόρτερ που ήταν παρών τη στιγμή που τραβήχτηκε η εμβληματική φωτογραφία
Dec 12
Στον ξεχασμένο πλανήτη της βραδύτητας
Dec 13
Λία Χαράκη: Όλα τα έργα και οι πρακτικές μου είναι αποτέλεσμα της λέξης ‘ακούω’
Dec 16
Ημερολόγιο Χριστουγέννων
Dec 22
Κώστας Σιλβέστρος: Με τρέφει η αμφιβολία
Dec 23