Η πολιτική δεν κρίνεται από τον αριθμό των συναντήσεων, ούτε από τη συχνότητα των δηλώσεων. Κρίνεται από την πειστικότητα, τη στρατηγική συνοχή και εν τέλει από την εμπιστοσύνη που εμπνέει ένας Πρόεδρος. Και αυτή ακριβώς είναι η παράμετρος στην οποία ο Νίκος Χριστοδουλίδης δείχνει να υστερεί ολοένα και περισσότερο.
Η πρόσφατη δημοσκόπηση της «Καθημερινής» δεν ήρθε απλώς να καταγράψει φθορά. Ήρθε να επιβεβαιώσει ένα βαθύτερο πολιτικό πρόβλημα. Ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν πείθει. Όχι επειδή δεν μιλά αρκετά, αλλά επειδή μιλά χωρίς σαφή πολιτική πυξίδα. Η εικόνα υπερδραστηριότητας δεν μεταφράζεται σε πολιτικό βάρος. Και αυτό αρχίζει να γίνεται αντιληπτό και από την κοινωνία. Τα ευρήματα αυτής της πρόσφατης δημοσκόπησης αναδεικνύουν το βασικό πολιτικό πρόβλημα του Νίκου Χριστοδουλίδη. Το οποίο δεν είναι θέμα συγκυριακής φθοράς, αλλά ένα έλλειμμα πειστικότητας και εμπιστοσύνης. Η καταγραφή υψηλών ποσοστών αρνητικής ή επιφυλακτικής γνώμης δείχνει ότι μεγάλα τμήματα της κοινωνίας δεν αναγνωρίζουν στον Πρόεδρο καθαρή στρατηγική, σαφές πολιτικό στίγμα ή ουσιαστικό αποτέλεσμα από τη δράση του. Η έντονη διεθνής κινητικότητα και η προβολή του ρόλου του δεν μεταφράζονται σε εσωτερική πολιτική αποδοχή, δημιουργώντας ένα εμφανές χάσμα ανάμεσα στην εικόνα που καλλιεργείται και στην πραγματικότητα που βιώνεται. Παράλληλα, η γενικευμένη αίσθηση ακινησίας και πολιτικής αμηχανίας του συστήματος αποδίδεται αναπόφευκτα στον ίδιο, ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας. Η δημοσκόπηση, με άλλα λόγια, δεν καταγράφει απλώς δυσαρέσκεια. Καταγράφει τη δυσκολία του Προέδρου να πείσει ότι η πολιτική του υπερβαίνει την εικόνα και παράγει ουσία.
Τώρα, όσον αφορά την προχθεσινή συνάντηση των δυο ηγετών και το Κυπριακό, η κυβέρνηση επενδύει συστηματικά στη διαχείριση των εντυπώσεων. Οι δηλώσεις περί θετικού κλίματος και συνέχισης του διαλόγου λειτούργησαν περισσότερο ως επικοινωνιακό περίβλημα παρά ως ένδειξη ουσιαστικής μεταβολής των δεδομένων. Ο Πρόεδρος απέφυγε και πάλι να τοποθετηθεί καθαρά στα κρίσιμα πολιτικά ζητήματα που καθορίζουν αν υπάρχει κοινό έδαφος για επανέναρξη συνομιλιών, επενδύοντας στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης ως αυτοσκοπό και όχι ως εργαλείο ενταγμένο σε μια σαφή στρατηγική λύσης. Το αποτέλεσμα ήταν μια συνάντηση χαμηλών προσδοκιών, που διατηρεί τη διαδικασία ζωντανή αλλά ακίνητη. Για μια ακόμη φορά, ο Νίκος Χριστοδουλίδης εμφανίστηκε περισσότερο ως διαχειριστής κλίματος και λιγότερο ως ηγέτης με στρατηγική τόλμη, επιβεβαιώνοντας την κριτική ότι η πολιτική του στο Κυπριακό εξαντλείται στη ρητορική της κινητικότητας χωρίς ουσία.
Όσον αφορά την ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι κινήσεις του Νίκου Χριστοδουλίδη μοιάζουν να επιβεβαιώνουν μια σταθερή πολιτική επιλογή. Την προτεραιότητά του, δηλαδή, στην εικόνα έναντι της ουσίας. Η έντονη εξωστρέφεια, οι αλλεπάλληλες επαφές και οι δηλώσεις περί ρόλου και παρουσίας της Κύπρου στην Ευρώπη καλλιεργούν ένα αφήγημα δραστηριότητας, χωρίς όμως να συνοδεύονται από καθαρή πολιτική αφήγηση για το τι ακριβώς επιδιώκει η χώρα κατά τη διάρκεια της Προεδρίας και με ποια μέσα. Η Προεδρία δεν είναι άσκηση δημοσίων σχέσεων, ούτε ευκαιρία προσωπικής επιβεβαίωσης. Είναι θεσμική δοκιμασία που απαιτεί εσωτερική προετοιμασία, πολιτικό συντονισμό και ικανότητα διαχείρισης δύσκολων ευρωπαϊκών ισορροπιών.
Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται και σε πιο «ελαφρές» στιγμές διακυβέρνησης. Το χριστουγεννιάτικο παζαράκι στο Προεδρικό παρουσιάζεται ως πράξη κοινωνικής ευαισθησίας και μέριμνας. Στα πανηγύρια, η εικόνα της φροντίδας προωθείται με επιμέλεια. Εκεί όμως που η πολιτική οφείλει να είναι απολύτως διαφανής, η ενημέρωση εξακολουθεί να παραμένει ασαφής. Ποια είναι τα ποσά που εισρέουν στο ταμείο που ελέγχει η Πρώτη Κυρία; Πώς διαχειρίζονται, ποιο είναι το τελικό αποτύπωμα για τους άπορους φοιτητές στους οποίους υποτίθεται ότι κατευθύνονται; Δεν πρόκειται για καχυποψία. Πρόκειται για στοιχειώδη θεσμική απαίτηση. Όταν η κοινωνική πολιτική μετατρέπεται σε σκηνικό προβολής, η διαφάνεια δεν είναι λεπτομέρεια, είναι προϋπόθεση αξιοπιστίας.
Η Κύπρος δεν έχει την πολυτέλεια ενός Προέδρου που μιλά συνεχώς αλλά πείθει όλο και λιγότερο. Ούτε ενός πολιτικού συστήματος που μπερδεύει την κίνηση με την πρόοδο. Και όσο αυτή η σύγχυση παραμένει, τόσο το πολιτικό κόστος θα γίνεται πιο εμφανές και πιο δύσκολα αναστρέψιμο.
Η προβολή δεν είναι διακυβέρνηση
Η καθυστέρηση στην υλοποίηση του έργου του σχολείου της Φανερωμένης απειλεί την αναγέννηση της Παλιάς Λευκωσίας. Παρά την αρχική συμφωνία, το Υπουργείο Οικονομικών αμφισβητεί τους όρους της, θέτοντας σε κίνδυνο την αξιοποίηση του κτηρίου ως πανεπιστημιακής σχολής. Ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος προειδοποίησε ότι, σε περίπτωση μη αλλαγής στάσης του Υπουργείου, η Αρχιεπισκοπή θα εξετάσει το ενδεχόμενο να εντάξει το σχολείο ως θρησκευτικό στο πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας, ακυρώνοντας το αρχικό σχέδιο. Τέως υπουργοί και ο δήμαρχος Λευκωσίας τονίζουν ότι η Φανερωμένη αποτελεί τον πυρήνα της στρατηγικής για την αναζωογόνηση της Παλιάς Λευκωσίας και ότι η καθυστέρηση αυτή αποδυναμώνει την προσπάθεια.
You Might Also Like
Τα παιχνίδια εξουσίας και η θεσμική παρακμή
Nov 30
Πόσο αποτελεσματικές είναι οι αναρτήσεις των Κύπριων πολιτικών - Ο παράγοντας Φειδίας
Nov 30
Το Σχίσμα και η βαριά ιστορία δεν θα γεφυρωθούν με κοινό εορτασμό του Πάσχα
Dec 1
Μια χώρα που αντί να προχωρά, βολεύεται
Dec 7
Η πολιτική του «μετά»
Dec 7