Γράφει ο Γιώργος Παναγίδης*
Το ερώτημα «μα είναι αυτό τέχνη;» επανέρχεται διαχρονικά κάθε φορά που η κοινωνία έρχεται αντιμέτωπη με έργα που προκαλούν, σοκάρουν ή αμφισβητούν τις καθιερωμένες αντιλήψεις. Όπως υποστηρίζει η Cynthia Freeland, το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί με ένα απλό «ναι» ή «όχι». Αντίθετα, αποτελεί ένα βαθιά φιλοσοφικό και πολιτικό ζήτημα, καθώς μας υποχρεώνει να επανεξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, τον εαυτό μας και τους άλλους.
Κατ' αρχάς, η τέχνη λειτουργεί ως καθρέφτης των αξιών μας. Όταν ένα έργο μας ενοχλεί ή μας ξενίζει, συχνά δεν είναι το ίδιο το έργο που απορρίπτουμε, αλλά οι ιδέες που φέρνει στην επιφάνεια. Μέσα από την τέχνη αναδεικνύεται τι θεωρούμε αποδεκτό, ηθικό ή «φυσιολογικό», αποκαλύπτοντας τις πολιτισμικές και κοινωνικές μας σταθερές, αλλά και τα όριά τους.
Παράλληλα, η αντίδρασή μας απέναντι στην τέχνη φανερώνει τις προκαταλήψεις μας. Έργα που αγγίζουν ζητήματα φύλου, ταυτότητας, θρησκείας ή πολιτικής συχνά προκαλούν έντονες αντιδράσεις, επειδή συγκρούονται με στερεότυπα βαθιά ριζωμένα στη συλλογική συνείδηση. Η Freeland δείχνει ότι η τέχνη δεν δημιουργεί απαραίτητα αυτές τις προκαταλήψεις, αλλά τις αποκαλύπτει και τις φέρνει στο φως, καλώντας μας να τις αντιμετωπίσουμε κριτικά.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η σχέση της τέχνης με την εξουσία, τη θρησκεία και την κοινωνία. Η τέχνη υπήρξε ιστορικά είτε εργαλείο νομιμοποίησης της εξουσίας είτε μέσο αμφισβήτησής της. «Όταν η τέχνη αμφισβητεί ιερά σύμβολα ή κυρίαρχες αφηγήσεις, συχνά προκαλεί αντιδράσεις, ακριβώς επειδή διαταράσσει ισορροπίες και αποκαλύπτει μηχανισμούς ελέγχου και επιβολής».
Σύμφωνα με τη Freeland, ο ρόλος της τέχνης δεν είναι να καθησυχάζει ή να επιβεβαιώνει όσα ήδη πιστεύουμε. Αντίθετα, η τέχνη μας φέρνει αντιμέτωπους με δύσκολες, άβολες και συχνά ενοχλητικές ιδέες. Αυτή η σύγκρουση δεν αποτελεί αποτυχία της τέχνης, αλλά βασικό της χαρακτηριστικό, καθώς μας ωθεί στον στοχασμό και στον διάλογο.
Τελικά, αυτή ακριβώς η λειτουργία καθιστά την τέχνη αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία. Η δημοκρατία προϋποθέτει πολίτες ικανούς να αμφισβητούν, να διαφωνούν και να επανεξετάζουν τις βεβαιότητές τους. Η τέχνη, όπως την αντιλαμβάνεται η Freeland, δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις· προσφέρει ερωτήματα. Και μέσα από αυτά τα ερωτήματα, συμβάλλει ουσιαστικά στη διατήρηση ενός ζωντανού, κριτικού και ελεύθερου δημόσιου χώρου.
Το να απορρίψουμε συθέμελα τη νόμιμη αντιπολίτευση της τέχνης να βρίζει, ή να αποδοκιμάζει την πλειοψηφία του καθολικού θρησκεύματος του νησιού, είναι σάμπως και βάζουμε την ίδια την τέχνη να απολογείται, πράγμα που δεν θα κάνει, γιατί θα παύσει να είναι τέχνη.
*Δικηγόρος
«Μα είναι αυτό τέχνη;»
Το άρθρο του Γιώργου Παναγίδη εξετάζει το διαχρονικό ερώτημα «μα είναι αυτό τέχνη;» και υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να απαντηθεί απλοϊκά. Αντίθετα, το ερώτημα αυτό είναι βαθιά φιλοσοφικό και πολιτικό, καθώς μας αναγκάζει να επανεξετάσουμε τις αξίες μας και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Η τέχνη λειτουργεί ως καθρέφτης των κοινωνικών και πολιτισμικών μας σταθερών, αποκαλύπτοντας παράλληλα τα όριά τους. Σύμφωνα με την Cynthia Freeland, η αντίδρασή μας στην τέχνη συχνά αποκαλύπτει τις προκαταλήψεις μας, ειδικά όταν αγγίζει ευαίσθητα ζητήματα όπως το φύλο, η ταυτότητα ή η θρησκεία. Η τέχνη δεν δημιουργεί αυτές τις προκαταλήψεις, αλλά τις φέρνει στο φως, προκαλώντας μας να τις αντιμετωπίσουμε κριτικά. Αυτή η λειτουργία της τέχνης είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς μπορεί να διαταράξει τις ισχύουσες αφηγήσεις και να αποκαλύψει μηχανισμούς ελέγχου. Το άρθρο τονίζει ότι η τέχνη δεν έχει ως στόχο να καθησυχάζει ή να επιβεβαιώνει τις υπάρχουσες πεποιθήσεις μας, αλλά να μας φέρνει αντιμέτωπους με δύσκολες και ενοχλητικές ιδέες. Αυτή η σύγκρουση είναι απαραίτητη για τον στοχασμό και τον διάλογο, και αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της τέχνης. Η τέχνη, επομένως, δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις, αλλά θέτει ερωτήματα. Τέλος, το άρθρο υποστηρίζει ότι η τέχνη είναι αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία, καθώς προάγει την κριτική σκέψη και την αμφισβήτηση. Η δυνατότητα της τέχνης να προκαλεί και να αμφισβητεί, ακόμη και να «βρίζει» ή να αποδοκιμάζει, είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση ενός ζωντανού και ελεύθερου δημόσιου χώρου. Η καταστολή αυτής της λειτουργίας θα σήμαινε την υποταγή της τέχνης και την απώλεια της αξίας της.
You Might Also Like
Γενικές Ασφάλειες: Στα €4,5 εκατ. οι αποζημιώσεις μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στην ορεινή Λεμεσό
Dec 3
Καρογιάν: Η ΔΗΠΑ ανταποκρινόμενη στο καθήκον της θα υπερψηφίσει τον Κρατικό Προϋπολογισμό
Dec 15
Αννίτα: Ο ΔΗΣΥ θα συμπεριφερθεί υπεύθυνα και θα ψηφίσει τον κρατικό προϋπολογισμό
Dec 15
Δεν μας χωρίζουν οι απόψεις μας. Μας ενώνει η υποκρισία μας!
Dec 17
«Σεβασμός δεν σημαίνει σιωπή»: Ο δρ Τουμαζής περί τέχνης, με αφορμή τα γεγονότα γύρω από τα έργα του Γαβριήλ
Dec 21