«Η αναφορά στην πολιτική ισότητα «όπως περιγράφεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας» δεν είναι ουδέτερη. Παραπέμπει ευθέως στο συμφωνημένο πλαίσιο λύσης και θέτει όρια στις ερμηνείες, όσο κι αν κάποιοι επιδιώκουν να τα θολώσουν».
Η ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών, μετά την πρόσφατη συνάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Τουφάν Έρχιουρμαν, περιλαμβάνει μια φράση που, παρά τη φαινομενική της απλότητα, φέρει βαρύ πολιτικό και νομικό φορτίο. «Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι ο πραγματικός στόχος είναι η επίλυση του Κυπριακού με πολιτική ισότητα, όπως περιγράφεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών». Πρόκειται για μια διατύπωση που επαναφέρει στο προσκήνιο ένα κρίσιμο ερώτημα που ταλανίζει εδώ και χρόνια τον δημόσιο διάλογο. Εξυπακούει αυτή η αναφορά, ρητά ή σιωπηρά, ότι η μορφή της λύσης είναι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία ή αφήνει περιθώρια για άλλες αναγνώσεις;
Η πολιτική ισότητα δεν αποτελεί αφηρημένη έννοια, ούτε γενική διακήρυξη καλών προθέσεων. Στο Κυπριακό έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο, που έχει αποσαφηνιστεί μέσα από μια μακρά αλληλουχία ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και εκθέσεων του Γενικού Γραμματέα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και μετά, ο ΟΗΕ έχει καταστήσει σαφές ότι η επιδιωκόμενη λύση είναι μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία, με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, όπου η πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων διασφαλίζεται μέσω της αποτελεσματικής συμμετοχής στη διακυβέρνηση.
Τα ψηφίσματα 716 και 750 του Συμβουλίου Ασφαλείας, όπως και τα μεταγενέστερα που συγκροτούν το καθιερωμένο πλαίσιο λύσης του Κυπριακού, δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας ως προς το περιεχόμενο και τα όρια της πολιτικής ισότητας. Η έννοια αυτή, όπως αποσαφηνίζεται ρητά στα σχετικά κείμενα των Ηνωμένων Εθνών, δεν ταυτίζεται με την αριθμητική ισότητα ούτε προϋποθέτει συμμετρική εκπροσώπηση σε όλα τα επίπεδα της εξουσίας. Πολύ περισσότερο, δεν συνεπάγεται τη θεσμοθέτηση γενικευμένων και ανεξέλεγκτων δικαιωμάτων βέτο που θα οδηγούσαν σε μόνιμα αδιέξοδα και θα καθιστούσαν το ομοσπονδιακό κράτος δυσλειτουργικό ή ανίκανο να λαμβάνει αποφάσεις. Αντιθέτως, η πολιτική ισότητα αφορά την ουσιαστική και αποτελεσματική συμμετοχή των δύο κοινοτήτων στα ομοσπονδιακά όργανα και στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, με τέτοιον τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι καμία κοινότητα δεν θα μπορεί να επιβάλει μονομερώς τη βούλησή της στην άλλη. Η αρχή αυτή λειτουργεί ως μηχανισμός ισορροπίας και αμοιβαίας ασφάλειας, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και τη συνεργασία. Ταυτόχρονα, εντάσσεται αυστηρά εντός ενός ενιαίου κρατικού πλαισίου, με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, όπως προβλέπουν τα ψηφίσματα, αποκλείοντας κάθε ερμηνεία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συνομοσπονδιακές ή διχοτομικές λογικές.
Η ρητή αναφορά στην πολιτική ισότητα «όπως περιγράφεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας» έχει, συνεπώς, καθοριστική σημασία. Δεν πρόκειται για επιλεκτική επίκληση μιας αρχής αποκομμένης από το συνολικό πλαίσιο των ψηφισμάτων, αλλά για παραπομπή σε ένα ενιαίο και δεσμευτικό corpus αποφάσεων. Το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν έχει ποτέ αναγνωρίσει οποιαδήποτε μορφή λύσης για το Κυπριακό πέραν της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Υπό αυτή την έννοια, η αποδοχή της πολιτικής ισότητας εντός αυτού του πλαισίου εξυπακούει αποδοχή της ομοσπονδιακής λύσης, ακόμη και αν αυτή δεν κατονομάζεται ρητά στην ανακοίνωση.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η πολιτική σημασία της διατύπωσης. Τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά το Κραν Μοντανά, η τουρκοκυπριακή πλευρά, με την καθοριστική καθοδήγηση της Άγκυρας, επιχειρεί να μετατοπίσει το πλαίσιο συζήτησης προς τη λεγόμενη «κυριαρχική ισότητα» και τη λύση δύο κρατών. Πρόκειται για μια έννοια που διαφοροποιείται ριζικά από την πολιτική ισότητα των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, καθώς προϋποθέτει την αναγνώριση δύο ξεχωριστών, ισότιμων κυρίαρχων κρατικών οντοτήτων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, κάθε αναφορά στην πολιτική ισότητα αποκτά βαρύτητα και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ουδέτερη. Η προσπάθεια αποσύνδεσης της πολιτικής ισότητας από τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία δεν συνιστά εναλλακτική ερμηνεία των ψηφισμάτων, αλλά ευθεία αλλοίωση του περιεχομένου τους. Τα ψηφίσματα δεν επιτρέπουν αποσπασματικές αναγνώσεις, ούτε επιλεκτική υιοθέτηση όρων.
Η επιλογή των Ηνωμένων Εθνών να μην κατονομάσουν ρητά τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία στην ανακοίνωσή τους δεν είναι τυχαία. Αντανακλά τη διαχρονική πρακτική του οργανισμού να χρησιμοποιεί διατυπώσεις που διατηρούν ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας, ακόμη και σε περιόδους βαθιάς πολιτικής απόκλισης. Αυτή η «δημιουργική ασάφεια» έχει ως στόχο να αποτρέψει την πλήρη κατάρρευση της διαδικασίας, όμως συχνά παράγει παράπλευρες συνέπειες. Η σημαντικότερη από αυτές είναι η σύγχυση στον δημόσιο διάλογο. Όταν η μορφή της λύσης δεν κατονομάζεται ρητά, δημιουργείται χώρος για παράλληλες αφηγήσεις και πολιτική εκμετάλλευση. Η τουρκική πλευρά έχει επανειλημμένα αξιοποιήσει τέτοιες ασάφειες για να παρουσιάσει τη διεθνή κοινότητα ως «ανοικτή» σε λύσεις εκτός του ομοσπονδιακού πλαισίου, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα των ψηφισμάτων.
Για την ελληνοκυπριακή πλευρά, η συγκεκριμένη διατύπωση αποτελεί ταυτόχρονα ευκαιρία και πρόκληση. Ευκαιρία, διότι επαναβεβαιώνει ότι το διεθνές πλαίσιο παραμένει αμετάβλητο και ότι η πολιτική ισότητα νοείται μόνο εντός της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Πρόκληση, διότι απαιτεί ενεργή πολιτική διαχείριση, και όχι παθητική αποδοχή γενικών διατυπώσεων που μπορούν να παρερμηνευθούν.
Σε τελική ανάλυση, η ουσία της συμφωνίας που αναφέρεται η ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών δεν εξαντλείται στη διατύπωση μιας φράσης, ούτε μπορεί να απομονωθεί από το ευρύτερο ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο του Κυπριακού. Το πραγματικό της βάρος απορρέει από τον τρόπο με τον οποίο εντάσσεται στη συνολική πορεία των διαπραγματεύσεων, στη συνέχεια των συγκλίσεων που έχουν επιτευχθεί και στη θεσμική μνήμη του ΟΗΕ. Η πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται και κατοχυρώνεται μέσα από τα σχετικά ψηφίσματα και τις εκθέσεις του Γενικού Γραμματέα, δεν συνιστά προθάλαμο διχοτόμησης ούτε συγκαλυμμένη αποδοχή δύο κρατών. Αντιθέτως, αποτελεί βασικό θεμέλιο της ομοσπονδιακής συμβίωσης, προϋπόθεση για τη λειτουργικότητα και τη βιωσιμότητα μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, στηριγμένης στην ισότιμη συμμετοχή των δύο κοινοτήτων στη διακυβέρνηση. Η ρητή παραπομπή στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας δεν είναι τυπική ή διακοσμητική. Λειτουργεί ως σαφές και δεσμευτικό όριο απέναντι σε κάθε προσπάθεια μετατόπισης του πλαισίου λύσης, είτε προς συνομοσπονδιακές λογικές είτε, πολύ περισσότερο, προς τη νομιμοποίηση της διχοτόμησης. Παράλληλα, υπενθυμίζει ότι το Κυπριακό παραμένει διεθνές ζήτημα υπό την ευθύνη του ΟΗΕ και όχι αντικείμενο αυθαίρετων ερμηνειών ή μονομερών αναθεωρήσεων. Υπό αυτό το πρίσμα, η συμφωνία αποκτά στρατηγική σημασία, καθώς επαναβεβαιώνει το συμφωνημένο πλαίσιο και δημιουργεί αναχώματα απέναντι σε επικίνδυνες αποκλίσεις που θα υπονόμευαν κάθε προοπτική συνολικής και δίκαιης λύσης.
Συμπερασματικά, το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι απλά αν η ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών εξυπακούει τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Αυτό, σε νομικό και θεσμικό επίπεδο, προκύπτει αβίαστα από τα ίδια τα ψηφίσματα. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν υπάρχει η πολιτική βούληση, και από τις δύο πλευρές, ώστε αυτή η παραδοχή να μετατραπεί σε ουσιαστική διεργασία επίλυσης, και όχι σε ακόμη μια καταγραφή προθέσεων σ’ ένα μακρύ αρχείο ανεκπλήρωτων συμφωνιών.
*Πανεπιστημιακού-ανθρωπολόγου, πρώην πρύτανη
Πολιτική ισότητα και Κυπριακό: Τι πραγματικά δεσμεύει η φράση των Ηνωμένων Εθνών
Η φράση που χρησιμοποιήθηκε στην ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τις συνομιλίες για το Κυπριακό, η οποία αναφέρει την "πολιτική ισότητα όπως περιγράφεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας", ερμηνεύεται ως αναφορά στο συμφωνημένο πλαίσιο λύσης, δηλαδή τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Η πολιτική ισότητα, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, δεν σημαίνει αριθμητική ισότητα ή συμμετρική εκπροσώπηση, αλλά ουσιαστική και αποτελεσματική συμμετοχή των δύο κοινοτήτων στη διακυβέρνηση, με σκοπό την αποφυγή μονομερών αποφάσεων. Η αρχή αυτή λειτουργεί ως μηχανισμός ισορροπίας και αμοιβαίας ασφάλειας, εντός ενός ενιαίου κρατικού πλαισίου. Η ρητή αναφορά στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας υπογραμμίζει ότι η έννοια της πολιτικής ισότητας έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο και όρια, όπως αυτά έχουν αποσαφηνιστεί από τον ΟΗΕ.
You Might Also Like
Δεν έπεσε το τείχος του αδιεξόδου, αλλά άνοιξε μια χαραμάδα
Dec 12
Πολιτική ισότητα, ΟΗΕ και δύσκολες ισορροπίες καθορίζουν την επόμενη φάση στο Κυπριακό
Dec 14
Οι ηγέτες κάνουν δειλά βήματα, όμως οι πρώην διαπραγματευτές δεν εντυπωσιάστηκαν
Dec 14
Με αυτούς τους ρυθμούς δεν λύνεται το Κυπριακό
Dec 20
Κυπριακό: Η πολιτική ισότητα ανοίγει το δρόμο για επανέναρξη συνομιλιών
Dec 21